Τάκης Οικονομόπουλος: «Ήταν μία από τις ωραιότερες στιγμές της ζωής μας στον ναό του ποδοσφαίρου το Γουέμπλει. Θα μπορούσα να το χαρακτηρίσω ως κάτι το ονειρεμένο απέναντι σε μία ομάδα όπως ήταν τότε ο Άγιαξ. Ο Πούσκας το είχε σίγουρο. Ότι μπορούσαμε να κερδίσουμε και να πάρουμε τον τίτλο του πρωταθλητή Ευρώπης. Άλλωστε μας είχε πει «Έντεκα εμείς, έντεκα και αυτοί. Ένα από τα γεγονότα που μου έχει μείνει ήταν η γρηγοράδα που είχε σαν παίκτης ο Γιόχαν Κρόιφ. Ένας μεγάλος παίκτης αναμφίβολα που ήταν από τα κλειδιά εκείνου του τελικού».
Αντώνης Αντωνιάδης: «Σαν ανάμνηση δεν έχω μόνο τη μέρα, αλλά όλη την περίοδο από την πρώτη μέρα μέχρι τον τελικό με τον Άγιαξ στο Γουέμπλεϊ. Ήμασταν μία παρέα, μία ομάδα από Έλληνες παίκτες που πετύχαμε κάτι που ήταν αδιανόητο τότε για μία ελληνική ομάδα. Θυμάμαι στην Αγγλία υπήρχαν Έλληνες από όλα τα μέρη της γης, όπου είχαν έρθει εκεί για να μας δουν, κοιμόντουσαν έξω σε σκηνές, ήθελαν απλά να βρίσκονται κοντά μας. Ήταν μία αξέχαστη βραδιά».Τότης Φυλακούρης: «Ήταν τότε το μεγαλύτερο γεγονός της Ευρώπης. Ήμασταν μία ομάδα που είχε μόνο Έλληνες παίκτες και ήμασταν μία οικογένεια, αλλά μπαλαδόροι και παίζαμε με πάθος, όπου με την πειθαρχία του Πούσκας μας έφτασε ως εκεί. Τα θυμάμαι όλα σαν να ήταν χθες, την κάθε στιγμή. Θυμάμαι την αγάπη του κόσμου και όχι μόνο του Παναθηναϊκού, αφού γνωρίζω πολλούς από τον Ολυμπιακό και την ΑΕΚ που ήρθαν εκεί να μας συμπαρασταθούν. Άλλα δύο περιστατικά που θυμάμαι είναι όταν ήμασταν στο ημίχρονο και ο Πούσκας δεν ήταν ευχαριστημένος και προσπαθούσε να μας ανεβάσει, έλεγε «μόνο ο Τότης παίζει καλά, που έχει σβήσει τον Κρόιφ» και γυρίζω και του λέω « Κύριε τι λέτε; εγώ μόνο το 14 προλαβαίνω να δω» και σκάσαμε στα γέλια. Ενώ ένα δεύτερο περιστατικό ήταν όταν στο τέλος του παιχνιδιού και αφού έχουμε αλλάξει φανέλες, βλέπω 4-5 μεθυσμένους Ολλανδούς να έρχονται κατά πάνω μου και να με σηκώνουν στους ώμους και να πανηγυρίζουν. Και φώναζα εγώ «Παναθηναϊκός, Παναθηναϊκός» μέχρι που το κατάλαβαν ότι δεν είμαι παίκτης της ομάδας τους και με πετάξανε κάτω. Απίστευτες στιγμές».
Κώστας Ελευθεράκης: «Ήταν μεγάλη χαρά και συγκεκριμένα η προσπάθεια που κάναμε καθώς ήμασταν μια ομάδα μόνο από Έλληνες ποδοσφαιριστές. Αυτό που θα μου μείνει για πάντα χαραγμένο είναι τη στιγμή που μπήκαμε στο γήπεδο και είδαμε 35.000 και πλέον Έλληνες, χωρίς να υπάρχει κάτι οπαδικό, ήταν κόσμος που ήρθε στο Λονδίνο από ολόκληρη την Ελλάδα για να μας υποστηρίξει, το οποίο είναι κάτι ξεχωριστό».
Χάρης Γραμμός: «Για εμένα τρία ήταν τα πράγματα που έχουν μείνει χαραγμένα στην μνήμη μου. Πρώτα απ΄ όλα θυμάμαι πως στο γήπεδο υπήρχαν οπαδοί όλων των ομάδων, ενώ και η διοίκηση του Ολυμπιακού ήρθε και μας στήριξε. Επίσης, μόλις μπήκαμε στο γήπεδο και μέχρι τα πρώτα 10λεπτά από το άγχος μας και την συγκίνηση παθαίναμε κράμπες. Ήταν φυσικά ψυχολογικοί οι λόγοι που έγινε αυτό αν και στη συνέχεια του αγώνα και στο δεύτερο ημίχρονο καταφέραμε να ισορροπήσουμε το ματς ενώ νωρίτερα θα μπορούσαμε να είχαμε ισοφαρίσει με την κεφαλιά του Αντωνιάδη. Τέλος, το πιο παράξενο ήταν πως στα αποδυτήρια και πριν πάμε σε μία εκδήλωση ο Κρόιφ εμφανίστηκε μπροστά μας με ένα τσιγάρο! Μας έκανε μεγάλη εντύπωση διότι εμείς εκείνη την εποχή δεν μπορούσαμε να το διανοηθούμε αυτό, ενώ εκείνος συνέχιζε να καπνίζει το ένα τσιγάρο μετά το άλλο».
Γιάννης Τομαράς: «Η επέτειος του Γουέμπλει είναι μία μεγάλη και ευχάριστη ανάμνηση για όλους μας. Το γεγονός αυτό ήταν ακατόρθωτο και έγινε πραγματικότητα. Πέρασαν 40 χρόνια από τότε. Ήμασταν μία ομάδα αμιγώς ελληνική χωρίς ξένο στοιχείο. Οι συνθήκες για εμάς ήταν άνισες απέναντι στους αντιπάλους μας. Παίζαμε σε χορτάρι και είχαμε ζεστό νερό. Στην Ελλάδα τα πράγματα δεν ήταν έτσι μιας και παίζαμε σε χώμα και τις περισσότερες φορές δεν είχαμε ζεστό νερό να κάνουμε ένα μπάνιο. Βάσει των ικανοτήτων μας ήταν ένα μεγάλο κατόρθωμα. Ήταν μεγάλη υπόθεση η είσοδος μας σε αυτόν τον ναό του ποδοσφαίρου όπως είναι το Γουέμπλει. Μία από τις σημαντικές στιγμές στη μνήμη μου ήταν όταν είχα τον ρόλο του μαρκαρίσματος του Κρόιφ. Από τη μία νιώθω μία πικρία γιατί θα μπορούσαμε να είχαμε πετύχει κάτι καλύτερο. Ο Παναθηναϊκός ήταν «πρωτάρης» και αυτό κόστισε απέναντι σε μία πολύ καλή ομάδα όπως ο Άγιαξ».
Γιώργος Βλάχος: «Μου έκαναν πάρα πολλά πράγματα εντύπωση. Το σπουδαιότερο είναι ότι παίξαμε σε ένα γήπεδο που το βλέπαμε μια φορά το χρόνο από την τηλεόραση, το Γουέμπλεϊ που βλέπαμε μόνο τον τελικό του Κυπέλλου Αγγλίας. Ήταν κάτι το απίθανο για εμάς να πιστέψουμε ότι παίζουμε εμείς σε ένα τέτοιο σπουδαίο και μεγάλο γήπεδο. Ο κόσμος που ήταν δίπλα μας ήταν απίστευτος μέσα στο γήπεδο».
Αριστείδης Καμάρας: «Ήταν μοναδικές στιγμές. Μπορούμε να πούμε πως μας διάλεξε η τύχη και μας χάρισε αυτό το δώρο να παίξουμε εμείς σε αυτό τον τελικό. Ήταν πάρα πολύ ωραία όλα αυτά που ζήσαμε, ήταν πολύ ωραίες συμπτώσεις. Ήμασταν τυχεροί όλοι όσοι το ζήσαμε και δεν μιλάω μόνο για εμάς τους παίκτες, τους προπονητές και όσοι ήμασταν στην ομάδα, αλλά και για τους φιλάθλους. Υπήρξε μεγάλη προβολή για τη χώρα σε μια εποχή που η ψαλίδα ανάμεσα στο ελληνικό ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο και στο επαγγελματικό του εξωτερικού ήταν πολύ μεγάλη. Αυτή η πορεία είχε προκαλέσει εντύπωση και μεγάλο ενδιαφέρον από τον παγκόσμιο τύπο για το ποιοι είμαστε εμείς με τον Πούςκας επικεφαλή. Η πορεία, η ταύτηση όλα αυτά τα ζήσαμε με ξεχωριστό τρόπο. Ο κόσμος, ήταν πάντα κοντά μας ταυτιστήκαμε μαζί του. Δεν μας απομάκρυνε ο Πούσκας ποτέ από αυτόν, ακόμα και στο Λονφίνο μπαινέβγαινε στο ξενοδοχείο».
Ανθιμος Καψής: «Αυτό που από μόνο του έκανε εντύπωση, όχι μόνο σε εμάς αλλά σε όλη την Ευρώπη, ήταν η συμμετοχή μας στον τελικό του Γουέμπλεϊ. Δεν ξεχνιέται αυτή η συμμετοχή με τίποτα, έχει μείνει στην ιστορία ακόμα και σήμερα. Ηταν φανταστικό να παίξεις εκείνη την εποχή στο συγκεκριμένο γήπεδο. Ηταν σαν παραμύθι... Κάτι άλλο παραπάνω δεν μου έκανε εντύπωση».
Φραγκίσκος Σούρπης: «Στις 2 Ιουνίου του 1971, όλα ήταν μαγικά. Δεν είχε φτάσει ποτέ ελληνική ομάδα σε τέτοιο υψηλό επίπεδο και μάλιστα μόνο με Ελληνες παίκτες. Εντύπωση μου είχε κάνει που στο Γουέμπλεϊ υπήρχαν 70.000 φιλάθλοι και οι 30.000 ήταν Ελληνες. Εκείνη την μέρα θα μπορούσαμε να είχαμε νικήσει καθώς χάσαμε τέσσερα σίγουρα γκολ. Μιλάει από μόνο του πως μετά από 40 χρόνια ακόμα αναφερόμαστε σε αυτό σαν να ήταν χθες. Αποδεικνύει τη μεγαλοσύνη του επιτεύγματος. Κατά τη γνώμη μου, εκείνος ο Αγιαξ ήταν από τις μεγαλύτερες ποδοσφαιρικές μηχανές του κόσμου, μαζί με την Ουγγαρία του Πούσκας και την Εθνική Βραζιλίας του Πελέ».
Μίμης Δομάζος: «Τι να πρωτοπείς για εκείνη την πορεία και τον τελικό. Στο μεγάλο Γουέμπλει, ένα γήπεδο που ντρεπόσουν να πατήσεις από την χλιδή και την πολυτέλεια. Νιώθω ότι η δική μου γένια ήμασταν τυχεροί που ζήσαμε αυτή την εμπειρία. Έναν τελικό κυπέλλου Πρωταθλητριών. Κάτι που έγινε μια φορά από ελληνική ομάδα. Θυμάμαι τότε δεν υπήρχαν Παναθηναϊκοί, Ολυμπιακοί, ΑΕΚτζήδες την μέρα του τελικού. Όλοι ήταν μαζί μαζί μας, με τον Παναθηναϊκό και ήθελαν να κατακτήσουμε το τρόπαιο. Άλλες εποχές».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου